Το πρόβλημα της Ελλάδας
Το πρόβλημα της Ελλάδας
Η Ελλάδα αντιμετωπίζει και πάλι σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας και χρηματοδότησης αφού το τρίτο μνημόνιο δεν έχει ξεκινήσει ακόμη, εξ’ αιτίας της απαίτησης του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) για επιπρόσθετα μέτρα σε περίπτωση που η Ελλάδα δεν επιτύχει τους στόχους του προγράμματος μέχρι το 2018. Η συμφωνία για το τρίτο μνημόνιο, ύψους €80 δις για τρία χρόνια, έχει υπογραφεί τον Αύγουστο 2015 αλλά η αξιολόγηση έχει ολοκληρωθεί μόλις πριν λίγες εβδομάδες, μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ελλάδας και των θεσμών (τροϊκα). Η συμφωνία προνοεί περικοπές στους προϋπολογισμούς, και μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό, ασφαλιστικό, ιδιωτικοποιήσεις κλπ. Στόχος του προγράμματος είναι, μέχρι το 2018 η Ελλάδα να πετύχει πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα ύψους 3.5% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) - Το πρωτογενές πλεόνασμα δεν περιλαμβάνει την πληρωμή τόκων επί του δημόσιου χρέους, άρα στην ουσία δεν είναι δημοσιονομικό πλεόνασμα αλλά έλλειμμα. Η Ελλάδα θα χρειάζεται 4% του ΑΕΠ για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, όταν ξεκινήσει να πληρώνει κανονικά μετά την περίοδο χάριτος που της προσφέρει ο Μηχανισμός Στήριξης, όπως συμβαίνει και με την Κύπρο. Το ΔΝΤ επιμένει ότι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας δεν θα είναι βιώσιμο και ότι επιβαρύνει σημαντικά τον προϋπολογισμό της, και ως εκ τούτου επιθυμεί ελάφρυνση του χρέους προκειμένου να συμμετάσχει στο Ελληνικό πρόγραμμα. Το ΔΝΤ επικαλείται το καταστατικό του το οποίο δεν επιτρέπει στο Ταμείο να συμμετάσχει σε προγράμματα που κρίνονται ως μη βιώσιμα. Η Γερμανία, η οποία επιμένει ότι το ΔΝΤ πρέπει να συμμετάσχει στο πρόγραμμα της Ελλάδας, επειδή χωρίς αυτό, το Γερμανικό κοινοβούλιο δεν θα ψηφίσει τη χρηματοδότηση της Ελλάδας. Ούτως ή άλλως, η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα κρίνεται αναγκαία, τόσο για σκοπούς χρηματοδότησης όσο και για λόγους εμπειρογνωμοσύνης. Η Γερμανία είναι θα συζητήσει ελάφρυνση του χρέους μόνο όταν η Ελλάδα εφαρμόσει όλα τα μέτρα που προνοούνται στο τρίτο μνημόνιο. Το ΔΝΤ, πιστεύει ότι με τα υφιστάμενα δεδομένα, η Ελλάδα δεν θα πετύχει το πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3.5% του ΑΕΠ, και ως εκ τούτου η Ελλάδα θα πρέπει να λάβει συγκεκριμένα μέτρα, ύψους 3% του Ελληνικού ΑΕΠ ή €5.4 δις, πριν την έναρξη της συμφωνίας, τα οποία θα ενεργοποιηθούν σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί ο στόχος του 3.5%. Τα μέτρα αυτά θα πρέπει να περάσουν από τη Βουλή των Ελλήνων ως νομοθετήματα, κάτι που η κυβέρνηση Τσίπρα απορρίπτει κατηγορηματικά. Η κυβέρνηση θεωρεί ότι η Βουλή δεν μπορεί να ψηφίζει υποθετικά νομοθετήματα διότι σύμφωνα με το σύνταγμα της χώρας, κάθε νόμος που ψηφίζεται έχει άμεση ισχύ και όχι μετά από συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και υπό προϋποθέσεις. Επιπλέον, η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι τέτοια νομοθετήματα μειώνουν την αξιοπιστία της χώρας, αφού προεξοφλεί την αποτυχία του προγράμματος. Αντί για τη νομοθέτηση συγκεκριμένων προληπτικών μέτρων που ζητά το ΔΝΤ, η Ελλάδα προτείνει ένα μόνιμο μηχανισμό αυτόματης διόρθωσης του δημοσιονομικού ισοζυγίου, ο οποίος θα ενεργοποιείται αυτόματα όταν είναι ανάγκη. Βασικά, ο μηχανισμός προνοεί οριζόντιες περικοπές εάν και εφόσον χρειαστεί. Το ΔΝΤ απορρίπτει αυτό το μηχανισμό ως μη συγκεκριμένο, άρα και ως μη αξιόπιστο, αφού οι οποιεσδήποτε περικοπές θα δημιουργήσουν κοινωνική αναταραχή και πολιτική αστάθεια. Πάντως, το θέμα πρέπει να επιλυθεί σύντομα διότι τα χρήματα τελειώνουν τον Ιούνιο ενώ τον Ιούλιο η Ελλάδα θα πρέπει να πληρώσει δόση στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ύψους €3.5 δις
Μάριος Μαυρίδης, οικονομολόγος, βουλευτής Κερύνειας